Η Μαίρη ήταν ευχαριστημένη εκεί ψηλά στον τοίχο όπου έμενε. Ώσπου μια μέρα, ο γιατρός τράβηξε με δύναμη ένα φύλλο από το μπλοκ και η Μαίρη έπεσε κάτω.
Μετά από λίγη ώρα έτυχε να περνάει από κει η μικρή κορούλα του γιατρού που πηγαίνει στην Α΄ δημοτικού, η Αγγελική. Χωρίς να το καταλάβει η πινέζα μπήκε στο παπούτσι της.
Εκείνη τη μέρα ήταν Κυριακή και η Μαίρη Πινέζα πάνω στο παπούτσι της Αγγελικής πήγε εκδρομή στη θάλασσα.
Στην αρχή τη Μαίρη την ενόχλησε η άμμος γιατί είχε λερωθεί και δεν μπορούσε να δει καλά γύρω της. Η Αγγελική έβγαλε τα παπούτσια και τότε η Μαίρη βρέθηκε αναπαυτικά ξαπλωμένη δίπλα σε έναν αστερία, έναν αχινό, ένα κομμάτι γυαλί και πολλά μυρμήγκια.
Της Μαίρης της άρεσε πολύ εκεί πάνω στην άμμο που τη ζέσταινε ο ήλιος και τη δρόσιζε το αεράκι και αποφάσισε να μείνει εκεί γιατί ήταν πολύ ωραία.
Έτσι νόμιζε ….
Όμως η Αγγελική είχε άλλα σχέδια. Την άλλη μέρα πήγε στο σχολείο και η Μάιρη Πινέζα είδε τόσα πολλά παιδιά που δεν είχε ξαναδει ποτέ στη ζωή της.
Είδε την τάξη με τις πολύχρωμες ζωγραφιές των παιδιών, τις καρτέλες με τα γράμματα και τους αριθμούς, τα τετράδια και τα βιβλία.
Πιο πολύ όμως ενθουσιάστηκε με τις φίλες της Αγγελικής. Έτρεχαν μια στο γυμναστήριο, μια στο κυλικείο, μια στην αυλή και πάλι πίσω στην τάξη. Διασκέδαζε με την ψυχή της και σκέφτηκε πως θα ήταν ωραία να μείνει για πάντα εκεί.
Έτσι νόμιζε …